’90s Metal Monuments Ep. 02 – Mandylion (The Gathering)

90’s Metal Monuments – Mandylion (The Gathering)

Γεια σας! Ο ektelion ξαναχτυπά με άλλη μία καταχώρηση στη φανταστική του λίστα με μέταλ συγκροτήματα που ήρθαν, έσκισαν κι έφυγαν. Όπως θα θυμάστε όσοι διαβάσατε το προηγούμενο κείμενο, στη συγκεκριμένη σειρά blogs αποτίνω φόρο τιμής σε συγκροτήματα από τα ‘90s τα οποία έβγαλαν έναν δίσκο που έκανε πάταγο και μετά είτε επέστρεψαν στην αφάνεια, είτε απλά δεν μπόρεσαν ποτέ να επαναλάβουν αυτή τους την επιτυχία. Μπορείτε να διαβάσετε όλα τα κεφάλαια αυτού του blog στο #90smetalmonuments.

Σε αυτό το κεφάλαιο θα μιλήσουμε για τους Ολλανδούς The Gathering, με τον δίσκο που τους εξασφάλισε μία θέση σε αυτή τη λίστα να είναι – φυσικά – το θρυλικό Mandylion.

Πιστεύω πως είμαι από τους ελάχιστους Έλληνες που γνώριζαν τους Gathering πριν από το Mandylion. Shout out στον παλιό μου συμμαθητή Γιάννη Φιλιππαίο των Immensity, Daylight Misery και Decemberance που μου τους γνώρισε.

Αν πάλι εσείς ανήκετε στο γκρουπ αυτών που γνώρισαν τους Ολλανδούς από το Mandylion και μετά, σας περιμένει μία έκπληξη:

Mόλις ακούσατε τον πρώτο δίσκο των Gathering, δηλαδή το Always που κυκλοφόρησε το 1992. Πρόκειται για ένα ατμοσφαιρικό doom/death διαμαντάκι, από αυτά που έβγαιναν με τον σωρό στις αρχές με μέσα της δεκαετίας του ’90.

Το 1993 οι Ολλανδοί κυκλοφόρησαν το χλιαρό Almost a Dance, το οποίο και θα προσπεράσουμε όπως το προσπέρασε άλλωστε και η μέταλ κοινότητα τω καιρώ εκείνω.

Και φτάνουμε στο σωτήριο έτος 1995, όπου ως φαίνεται οι πλανήτες ευθυγραμμίστηκαν για τους Gathering, οι οποίοι όχι μόνο είχαν την ευλογία να στρατολογήσουν την καλύτερη τραγουδίστρια που πέρασε ποτέ από το μέταλ –αναφέρομαι, φυσικά, στην Anneke van Giersbergen – αλλά και την τύχη να βρίσκονται οι αδερφοί Hans και Rene Rutten, δηλαδή οι βασικοί συνθέτες της μπάντας, σε έναν δημιουργικό οίστρο που δεν είχε προηγούμενο και κατά τη γνώμη μου ούτε και επόμενο.

Το αποτέλεσμα ήταν το αριστούργημα που ακούει στο όνομα Mandylion. Ένας δίσκος που ξεχείλιζε αβαντ-γκαρντίλα από την πρώτη νότα, μέχρι την τελευταία πινελιά του artwork.

To Mandylion πούλησε 130.000 αντίτυπα στην Ευρώπη, ένα νούμερο αξιοσημείωτο για μία αντεργκράουντ μπάντα, αλλά και μια σημαντικά καλύτερη επίδοση από τα 20.000 τεμάχια που πούλησε το Always.

Κανονικά σε αυτό το σημείο του βίντεο θα ακολουθούσε η «υποχρεωτική» track by track παρουσίαση του δίσκου, με το κλασικό generic δήθεν ψαγμένο σχόλιο για κάθε κομμάτι. Επειδή, όμως, όσοι παρακολουθείτε τη δουλειά μου, κυρίως στο κομμάτι των βιντεοπαιχνιδιών, ξέρετε ότι δεν μου αρέσουν οι σάλτσες, για άλλη μια φορά θα παραμείνουμε στην ουσία του θέματος.

Το Mandylion λοιπόν, πατάει γερά πάνω σε δύο πυλώνες. Ατμόσφαιρα και συνοχή.

Όσον αφορά στην ατμόσφαιρα, δεν θα σαν την περιγράψω γιατί απλά η ατμόσφαιρα είναι κάτι που δεν περιγράφεται. Όσοι έχετε ακούσει τον δίσκο ξέρετε τι εννοώ. Όσοι δεν τον έχετε ακούσει, χάνετε εμπειρία από τις λίγες.

Είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που όλα συνδυάζονται με μια σπάνια αρμονία. Η φωνή της Ανέκε, τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν, ο τόνος αυτών των οργάνων, το μιξάρισμα, η παραγωγή, το artwork. Τα πάντα συνωμότησαν για να παραγάγουν ένα ηχόχρωμα που προσωπικά με έχει ταξιδέψει όσο ελάχιστα άλλα.

Όσον αφορά στη συνοχή που προανέφερα, αυτό που εννοώ είναι ότι τα τραγούδια δένουν τόσο αρμονικά μεταξύ τους, που τελικά τα επιμέρους στοιχεία χάνονται στο σύνολο. Κι αυτό, για εμένα, πρέπει να είναι πάντα ο απώτερος στόχος ενός άλμπουμ, δηλαδή μίας συλλογής τραγουδιών.

Παρότι έχω λιώσει το Mandylion όσο λίγους δίσκους, ακόμη και τώρα αν μου βάλεις ένα από τα τραγούδια του δεν θα μπορέσω να σου πω με τη μία ότι α, αυτό είναι το Eleanor ή α, αυτό είναι το In Motion #1.

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν εννοώ για κανέναν λόγο ότι τα τραγούδια είναι ίδια. Υπάρχουν διαφορές, και μάλιστα σημαντικές. Απλά, είναι τόσο συμπαγής και ομοιογενής η δομή τους, που συχνά νιώθεις ότι ακούς ένα μεγάλο τραγούδι που κάθε λίγα λεπτά αλλάζει διάθεση.

Παρόλα αυτά, αν ήταν να ξεχωρίσω δύο τραγούδια από τον δίσκο, αυτά θα ήταν σίγουρα τα Strange Machines και Sand and Mercury. Προσοχή, όμως. Δεν λέω ότι τα δύο αυτά τραγούδια είναι καλύτερα από τα υπόλοιπα, αλλά ότι ξεφεύγουν λιιιιίγο από αυτή τη διάθεση που προανέφερα, με το Strange Machines να είναι κάπως πιο δυναμικό και ρυθμικό, και το Sand and Mercury ακόμη πιο βαρύ και μελαγχολικό από τα υπόλοιπα. Μάλιστα θα ομολογήσω ότι το Sand and Mercury είναι από τα ελάχιστα τραγούδια που με έχουν κάνει να βουρκώσω, με την ερμηνεία της Ανέκε στο τέλος του να είναι από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες που μου έχει χαρίσει η τέχνη εν γένει.

Η οποία Ανέκε ευθύνεται επίσης για το σύνολο των στίχων του δίσκου. Αυτοί πραγματεύονται ως επί το πλείστον τις ανθρώπινες σχέσεις, όντας αρκετά ασαφείς ώστε να μπορεί να ταυτιστεί πιο εύκολα μαζί τους ο ακροατής. Εξαίρεση αποτελούν τα κάπως πιο απλοϊκά – από στιχουργική άποψη πάντα – Strange Machines και Fear the Sea.

Το Mandylion το διαδέχτηκε το αξιοπρεπέστατο Nighttime Birds του 1997. Αν δεν υπήρχε το Mandylion, ίσως να είχα συμπεριλάβει αυτό στη λίστα. Πράγμα που υπονοεί ότι με το Nighttime Birds οι Ολλανδοί, θέλετε επηρεασμένοι από την επιτυχία του Mandylion, θέλετε γιατί απλά έτσι τους κάθισε, δεν εξέλιξαν τρομερά τον ήχο και το ύφος τους από τον ένα δίσκο στον άλλον.

Δυστυχώς, όμως, εμένα προσωπικά ο δίσκος αυτός δεν μπόρεσε να με αγγίξει τόσο όσο το Mandylion. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι εξαιρετικός. Όλα τα στοιχεία που κάνουν το Mandylion να ξεχωρίζει υπάρχουν κι εδώ, απλά ένα κλικ πιο κάτω κατά την ταπεινή μου γνώμη. Από τον δίσκο ξεχώρισα τα May Song, Third Chance, Kevin’s Telescope και Nighttime Birds, με το τελευταίο να είναι το μόνο που μπορεί να «κοντράρει στα ίσια» τα τραγούδια του Mandylion.

Και φτάνουμε στο σωτήριο έτος 1998, με το συγκρότημα να παραδίνεται στις εκτός metal επιρροές του και να μας χαρίζει το σίγουρα διαφορετικό How to Measure a Planet. Χωρίς να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι οι δύο προηγούμενοι δίσκοι τους ενδείκνυνται για ανελέητο headbaning, τα Mandylion και Nighttime Birds συμπεριλαμβάνονται αναμφίβολα στο ευρύ φάσμα του metal, έστω κι αν μιλάμε για την άκρη αυτού του φάσματος.

Το How to Measure a Planet πάλι προσωπικά θα το χαρακτήριζα alternative rock. Στη σελίδα τους στη Βικιπαίδεια αναφέρεται και ο όρος trip rock, αλλά δεν έχω ιδέα τι είναι αυτό, οπότε το αφήνω σε εσάς να το κρίνετε.

Για να μην παρεξηγηθώ, το How to Measure a Planet δεν ήταν κακός δίσκος. Αλλά κατά την ταπεινή μου γνώμη πάντα, οι The Gathering την πάτησαν όπως και οι Theatre of Tragedy, και όπως θα διαπιστώσετε στο άμεσο μέλλον, και αρκετά ακόμη από τα συγκροτήματα που έχω συμπεριλάβει στη λίστα μου.

Δηλαδή, από βασιλιάδες στο χωριό έγιναν λαντζέρηδες στην πόλη ή για να μιλάμε πιο κυριολεκτικά, από κορυφαίοι ή έστω μοναδικοί στο είδος τους, πήγαν κι έγιναν δευτεροτρίτοι ενός άλλου είδους. That said, όπως είχα αναφέρει και για τους Theatre of Tragedy, αξίζουν τον σεβασμό μας γιατί αντί να επιχειρήσουν να επαναλάβουν επιτυχίες του παρελθόντος, τόλμησαν να κάνουν επιλογές που ήξεραν ότι θα ξένιζαν το κοινό τους, με τα κριτήριά τους να είναι αυστηρά καλλιτεχνικά.

Όπως θα καταλάβατε, μετά από το How to Measure a Planet κατέβηκα από το τρένο των Ολλανδών και τους κούνησα το μαντίλι, ευχαριστώντας τους θερμά για τα όσα υπέροχα μου χάρισαν στο κοινό μας ταξίδι. Θα αναφέρω απλά ότι το 2007 η Ανέκε έφυγε από το συγκρότημα για τους συνήθεις λόγους: μουσικές διαφορές, ανεκπλήρωτοι στόχοι κλπ κλπ.

Η πορεία των The Gathering θυμίζει τρομερά αυτή ενός άλλου συγκροτήματος της λίστας, αυτή τη φορά από την Αγγλία, με το οποίο θα καταπιαστούμε στο επόμενο επεισόδιο. Μπορείτε να μαντέψετε ποιο είναι;

Leave a Reply