Είδος: Adventure
Εταιρεία Ανάπτυξης: Cranberry Production
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: Φεβρουάριος 2011
Πλατφόρμα: PC
Με το τρίτο μέρος της σειράς Black Mirror κλείνει η τριλογία που ξεκίνησε με το πρώτο παιχνίδι το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 2003. Το δεύτερο μέρος κυκλοφόρησε πέρυσι τέτοια εποχή από την Cranberry Production. Ο «cliffhanger» τερματισμός του καθιστούσε σαφή την πρόθεση της Cranberry να κυκλοφορήσει και τρίτο μέρος, με το οποίο αυτή τη φορά ολοκληρώνεται η ιστορία. Θα έλεγα ότι το δεύτερο και το τρίτο μέρος της σειράς μπορούν να σταθούν αυτόνομα από το πρώτο, αλλά δεν έχει κανένα νόημα να παίξετε το τρίτο μέρος αν δεν έχετε τελειώσει πρώτα το δεύτερο. Λόγω αυτού, δυστυχώς, δεν μπορώ να κάνω εκτεταμένη αναφορά στο σενάριο του παιχνιδιού (το οποίο είναι και το βασικό του ατού) προς αποφυγή των spoilers. Θα επιχειρήσω λοιπόν μία γενική περιγραφή του setting του παιχνιδιού.
Η ρίζα των γεγονότων που περιγράφονται στην τριλογία εντοπίζεται στον 12ο αιώνα μ. Χ. Οι αδερφοί Marcus και Mordred Gordon επιστρέφουν από τις σταυροφορίες και εγκαθίστανται στο Willow Creek. Για αδιευκρίνιστους λόγους ξεσπάει μεταξύ τους μία άγρια διαμάχη η οποία καταλήγει στην αδερφοκτονία του Mordred από τον Marcus. Πριν ξεψυχήσει, ο Mordred ξεστομίζει μία κατάρα που κατατρέχει τους αρσενικούς γόνους των Gordon. Ο θάνατος του Samuel Gordon στη δεκαετία του ’80 σηματοδοτεί το τέλος της κατάρας, αφού επρόκειτο για τον τελευταίο απόγονο της οικογένειας. Ή μήπως όχι;
Στο παιχνίδι αναλαμβάνουμε τον ρόλο του Darren Michaels, ενός Αμερικάνου φοιτητή Φυσικής που κατάγεται από την παραθαλάσσια κωμόπολη του Biddeford στο Maine. Στο δεύτερο μέρος της σειράς ο Darren μαθαίνει ότι η μητέρα του δούλευε κάποτε ως υπηρέτρια στο κάστρο Black Mirror, στο Willow Creek της Αγγλίας. Μία σειρά περίεργων γεγονότων θα οδηγήσει και τον ίδιο εκεί, όπου θα ανακαλύψει πολλά πράγματα τόσο για τον εαυτό του όσο και για την κατάρα των Gordon. Όπως προανέφερα, το σενάριο του παιχνιδιού είναι σίγουρα το μεγαλύτερο ατού του. Πρόκειται για κλασική ιστορία μυστηρίου με σαφείς μεταφυσικές προεκτάσεις. Προσωπικά τόσο η κεντρική ιδέα όσο και η πλοκή με άφησαν αρκετά ικανοποιημένο και με ώθησαν να συνεχίσω να παίζω το παιχνίδι τόσο για να απολαμβάνω την ατμόσφαιρά του όσο και για να μάθω τι θα γινόταν στη συνέχεια και στο τέλος.
Μιας και αναφέρθηκα στην ατμόσφαιρα, οφείλω να σημειώσω ότι το Black Mirror 3 είναι το πρώτο adventure που θα χαρακτήριζα πραγματικά τρομακτικό, αν εξαιρέσουμε φυσικά τα παιχνίδια της Frictional Games (Penumbra και Amnesia) τα οποία όμως παίζουν σε τελείως διαφορετική κατηγορία. Με ενόχλησε κάπως η επιβράδυνση της δράσης του από ορισμένους «λογικούς» γρίφους οι οποίοι ορισμένες φορές καταντούν εκνευριστικοί. Επιπλέον, οι ατάκες του Darren σε αρκετές περιπτώσεις θα ταίριαζαν περισσότερο σε κάποιον εξωτερικό παρατηρητή παρά σε έναν άνθρωπο που βιώνει από πρώτο χέρι τόσο τρομακτικές καταστάσεις. Εγώ προσωπικά δεν θα είχα όρεξη για πνευματώδη σχόλια αν έβλεπα φαντάσματα και δαίμονες! Με ενόχλησε κάπως και η «επιστημονική ανάλυση» της φύσης της κατάρας των Gordon στο φινάλε του παιχνιδιού. Καταλαβαίνω ότι οι δημιουργοί ήθελαν να δώσουν μια όσο το δυνατόν πιο αληθοφανή εξήγηση για όσα συμβαίνουν, αλλά αφενός θεωρώ ότι «το κούρασαν» πολύ, αφετέρου ένιωσα ότι το παιχνίδι με αντιμετώπιζε σαν να ήμουν ηλίθιος. Είναι σαν τις ταινίες ή τις σειρές όπου οι πρωταγωνιστές κάνουν ανακεφαλαίωση των γεγονότων παρότι τα γνωρίζουν πολύ καλά για να τα καταλάβει και ο τηλεθεατής. Σε γενικές γραμμές, όμως, το σενάριο και η ατμόσφαιρα του παιχνιδιού είναι πολύ υψηλού επιπέδου. Τέλος, πρέπει να αναφέρω ότι όσοι δεν έχετε αρκετά πρόσφατο στη μνήμη σας το δεύτερο μέρος της σειράς θα μπερδευτείτε κάπως στην αρχή αφού το παιχνίδι δεν ανακεφαλαιώνει επαρκώς (κατ’ εμέ) τα γεγονότα του δεύτερου μέρους. Στην αρχή θα βρείτε έναν φάκελο της αστυνομίας όπου περιγράφονται σε γενικές γραμμές τα γεγονότα, αλλά προσωπικά αυτό δεν με βοήθησε ιδιαίτερα.
Το παιχνίδι διαθέτει δισδιάστατα pre-rendered backgrounds και τρισδιάστατα μοντέλα χαρακτήρων. Τα backgrounds είναι πανέμορφα και ευκρινή, ενισχύοντας κατά πολύ την ατμόσφαιρα τρόμου που διαχέει το παιχνίδι. Έχω την εντύπωση ότι τόσο αυτά όσο και τα μοντέλα των χαρακτήρων έχουν σχεδιαστεί με μεγαλύτερη λεπτομέρεια από ό,τι στο δεύτερο μέρος της σειράς. Επιπλέον, τα πολυάριθμα και ρεαλιστικά animations που έχουν σχεδιαστεί για κάθε δράση των χαρακτήρων εξομαλύνουν κάπως τον συνδυασμό τους με το περιβάλλον. Οι σχεδιαστές έκαναν μία πολύ φιλότιμη προσπάθεια για να παντρέψουν το δισδιάστατο περιβάλλον με τους τρισδιάστατους χαρακτήρες, αλλά για άλλη μία φορά τόσο η έλλειψη προσωπικών εκφράσεων των χαρακτήρων όσο και η μη ρεαλιστική αλληλεπίδρασή τους με αντικείμενα του περιβάλλοντος πλήττουν την κινηματογραφική αισθητική του παιχνιδιού. Ειδικά για κάποιον που έχει ως πρόσφατο παράδειγμα το The Next Big Thing το οποίο αποτελεί σεμινάριο για το συγκεκριμένο τομέα. Τα cut scenes του παιχνιδιού δυστυχώς θα τα χαρακτήριζα από μέτρια έως κακά, όσον αφορά στον τεχνικό τομέα πάντα φυσικά.
Το κεντρικό μουσικό θέμα του παιχνιδιού είναι πραγματικά ανατριχιαστικό και μας βάζει αμέσως στο κλίμα. Γενικά, όμως, το soundtrack του παιχνιδιού δεν είναι αρκετά πλούσιο ενώ ειδικά προς το φινάλε λάμπει διά της απουσίας του. Τα ηχητικά εφέ είναι εκπληκτικά, αλλά δεν μπορώ να πω το ίδιο και για τις ερμηνείες. Μου φάνηκαν μέτριες, αλλά, ευτυχώς, όχι και ενοχλητικές.
Το interface του παιχνιδιού είναι πανομοιότυπο με αυτό του δεύτερου μέρους της σειράς. Πρόκειται για κλασικό point ‘n click interface, με τη σημαντική διαφορά ότι περιστρέφοντας τον τροχό του mouse περνάνε διαδοχικά από τον κέρσορα ένα ένα όλα τα αντικείμενα του inventory μας. Αν κάποιο από αυτά μπορεί να αλληλεπιδράσει με κάποιο άλλο ή με κάποιο αντικείμενο του περιβάλλοντος, τότε ο κέρσορας γίνεται κόκκινος. Σε ένα παιχνίδι όπου κυριαρχούν οι γρίφοι αλληλεπίδρασης αντικειμένων, όπως είναι το Black Mirror, αυτό το χαρακτηριστικό είναι τρομερά χρήσιμο αν θέλουμε να αποφύγουμε άσκοπες καθυστερήσεις και εκνευρισμούς. Στο παιχνίδι επιστρέφει και η χρήση του ημερολογίου, το οποίο όμως αυτή τη φορά είναι κάπως πιο μπερδεμένο από ό,τι στο δεύτερο μέρος της σειράς. Και πάλι, όμως, μας βοηθάει αρκετά ώστε να παραμένουμε συγκεντρωμένοι στους εκάστοτε στόχους μας.
Οι γρίφοι λύνονται με αλληλεπίδραση αντικειμένων και αλληλεπίδραση χαρακτήρων, με τους πρώτους να υπερισχύουν κατά πολύ των δεύτερων. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι το παιχνίδι δεν έχει πλούσιους διαλόγους, το αντίθετο μάλιστα! Μερικές φορές οι διάλογοι μπορεί να καταντήσουν κουραστικοί. Όσον αφορά στα αντικείμενα, επιστρέφει η παλιά (κακή) λογική «μάζευε κι ας ειν’ και ρώγες». Ο Darren μαζεύει αδιαμαρτύρητα ό,τι του πείτε, ακόμη κι αν τη δεδομένη στιγμή φαντάζει τελείως άσχετο με τις ανάγκες του. Ευτυχώς, χάρη στο interface, στο ημερολόγιο, αλλά και στο γεγονός ότι το ίδιο το παιχνίδι δεν «ανοίγεται» πολύ, όλη αυτή η σαβούρα που θα έχετε στο inventory σας σπάνια θα σας αποπροσανατολίσει.
Πάντως οι γρίφοι είναι τελείως διαδικαστικοί και μάλλον ανέμπνευστοι. Άπαξ και καταλάβετε τι πρέπει να κάνετε δεν θα δυσκολευτείτε καθόλου να το φέρετε εις πέρας. Εξαίρεση αποτελούν οι λεγόμενοι «λογικοί» γρίφοι οι οποίοι ευτυχώς αυτή τη φορά είναι λιγότεροι και δεν περιλαμβάνουν slider puzzle! Επιπλέον, μετά από λίγη ώρα ενασχόλησης μαζί τους εμφανίζεται στο κάτω δεξιά μέρος της οθόνης ένας λεβιές. Αν τον πατήσετε οι γρίφοι αυτοί λύνονται αυτόματα και μπορείτε να προχωρήσετε την περιπέτεια. Ειδικά όσον αφορά στους λογικούς γρίφους, έχω δύο σοβαρότατες ενστάσεις. Πρώτον, στο σημείο όπου πρέπει να υπογραμμίσετε τρεις φράσεις για να βρείτε έναν τάφο. Εκεί το παιχνίδι έχει ένα bug εξαιτίας του οποίου δεν αναγνωρίζεται η μία φράση! Συνεπώς, ο μόνος τρόπος για να ξεκολλήσετε είναι να χρησιμοποιήσετε τον λεβιέ που ανέφερα προηγουμένως! Όπως αντιλαμβάνεστε δεν πρόκειται για απλό bug, αλλά για κανονικό αδιέξοδο αφού είναι αδύνατο να προχωρήσετε το παιχνίδι χωρίς να «καταδεχτείτε» να σας λύσει το ίδιο αυτό το γρίφο! Μετά από εκτεταμένη έρευνα συμπέρανα ότι το ίδιο πρόβλημα συνάντησαν πάρα πολλοί αν όχι όλοι όσοι έπαιξαν το παιχνίδι στο συγκεκριμένο σημείο. Πρόκειται για μία πραγματικά απαράδεκτη αβλεψία που μπορεί να καταστρέψει τελείως την εμπειρία. Είναι απορίας άξιο πώς τους ξέφυγε κάτι τέτοιο, αφού δεν πρόκειται για μία τυχαία και απρόβλεπτη ενέργεια που θα έκανε κάποιος παίκτης, αλλά για τη λύση ενός βασικότατου γρίφου του παιχνιδιού!
Πέραν αυτού, με εκνεύρισε αρκετά και ο γρίφος με τα αντικείμενα που πρέπει να τοποθετήσουμε στη ζυγαριά προς το τέλος του παιχνιδιού. Για να είμαι ειλικρινής βρήκα τη λύση του στην τύχη, αλλά ακόμη και αφού τη βρήκα δεν μπορώ να πω ότι είμαι 100% σίγουρος ότι κατάλαβα τη λογική του.
Κλείνω την αναφορά στους γρίφους του παιχνιδιού με την επισήμανση ότι προς το τέλος του μας δίνεται η δυνατότητα να ελέγξουμε κι άλλον ένα χαρακτήρα, του οποίου την ιδιότητα δυστυχώς δεν μπορώ να σας αποκαλύψω αφού αποτελεί ένα από τα μυστήρια του παιχνιδιού. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι μπορούμε να αλλάζουμε ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες κατά βούληση, κάτι που διαφοροποιεί κάπως την ποιότητα των γρίφων προς το καλύτερο κατά τη γνώμη μου.
Προσωπικά το Black Mirror 3 με ικανοποίησε αρκετά ως sequel. Οι σχεδιαστές του έλαβαν υπόψη τους το feedback των gamers και των κριτικών και έκαναν μία αρκετά φιλότιμη και έως ένα βαθμό επιτυχημένη προσπάθεια να το βελτιώσουν σε όλους τους τομείς. Βελτιωμένα γραφικά, μεγαλύτερη διάρκεια, περισσότερος τρόμος και μυστήριο. Σε όσους άρεσαν τα προηγούμενα μέρη της σειράς (ειδικά το δεύτερο) το συστήνω ανεπιφύλακτα. Για τους υπόλοιπους, αν σας αρέσουν τα adventures είναι κρίμα να μην έχετε παίξει ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά adventures μυστηρίου όλων των εποχών, παρά τα όποια ελαττώματά του. Αξίζει να το δοκιμάσετε.